ετούτος

ετούτος
η , ο этот

Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. . 1980.

Игры ⚽ Поможем написать курсовую

Смотреть что такое "ετούτος" в других словарях:

  • ετούτος — και τούτος, η, ο (Μ ἐτοῡτος και τοῡτος, η, ο) (δεικτ. αντ.) αυτός, ἡ, ό. [ΕΤΥΜΟΛ. Βλ. τούτος] …   Dictionary of Greek

  • ξακουστός — ή, ό φημισμένος, ξακουσμένος, ονομαστός, περίφημος: Ετούτος είναι ξακουστός κι όλοι τον επαινούσι (Ερωτόκριτος) …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • τούτος — η, ο και ετούτος, η, ο δεικτ. αντων., αυτός: Τούτος ο άνθρωπος …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»